Sunday 12 June 2011

Αμοιβές στα Ελληνικά Πετρέλαια

Σύμφωνα με το Spiegel on line της 12ης Ιουνίου έχουμε την ακόλουθη κατάσταση στην Κρατική εταιρία Πετρελαίου που διοικείται από εκείνο τον ανεκδιήγητο Τάσο Γιαννίτση που αποπειράθηκε κάποτε επί Σημίτη να κουτσουρέψει τις πενιχρές παροχές του ΙΚΑ., Ξεσήκωσε το πανελλήνιο και τελικά αναγκάστηκε ο Σημιτης να τον παραμερίσει.

«Εταιρείες όπως η ΔΕΗ ή η εν μέρει κρατική Ελληνικά Πετρέλαια εξακολουθούν να θεωρούνται ως παράδεισοι των εργαζομένων. Στους  περίπου 2.500 υπαλλήλους της εταιρίας πετρελαίου καταβάλλονται 17,8 μηνιαίες αποδοχών το χρόνο, και ακόμη και τους οδηγοί και θυρωροί έχουν αποδοχές ετησίως άνω των ¤ 90.000. Ο Πρόεδρος Τάσος Γιαννίτσης με χαρακτηριστική αφέλεια  αποδίδει τα υψηλά επίπεδα μισθών της εταιρείας του σε «πολύ συγκεκριμένες επιχειρηματικές δραστηριότητες και στην εξάρτηση των κερδών από τις διεθνείς τιμές πετρελαίου." ¶λλωστε, προσθέτει, οι δαπάνες προσωπικού αποτελούν λιγότερο από τρία τοις εκατό των εσόδων.(!...)»
Άραγε πόσα παρίνει και ο Τάσος Γιανίτσης, ο πάλαι ποτέ επίδοξος εξυγιαντής του ΙΚΑ;...

Tuesday 12 April 2011

Στόχοι του αμερικάνικου καρτέλ πετρελαίου (Δημοσιεύτηκε στο Ριζοσπάστη της 23/06/2002)

Οι πολυεθνικές προσπαθούν , με τη βοήθεια των εκάστοτε κυβερνήσεων των ΗΠΑ, να διατηρήσουν τις τιμές πετρελαίου σε υψηλά επίπεδα, με στόχο την αποκόμιση γρήγορων και υψηλών κερδών, με ό,τι αυτό συνεπάγεται για την παγκόσμια οικονομία (ύφεση, πληθωρισμός κλπ)

Η σημασία του πετρελαίου και ιδιαίτερα της τιμής του για την ανάπτυξη και την ομαλή λειτουργία των οικονομιών της παγκόσμιας αγοράς είναι σημαντικά μεγαλύτερη από ό,τι συνήθως γίνεται αντιληπτό. Σε έκθεσή του προς το Κογκρέσο ο πρόεδρος της Κεντρικής Τράπεζας των ΗΠΑ, αλλά και κρατικοί φορείς αποδίδουν την επιβράδυνση της αμερικανικής οικονομίας κατά το προηγούμενο έτος, στην τεράστια διαρροή πόρων που προκάλεσε η άνοδος της τιμής του αργού, από τα χαμηλά επίπεδα των 10-12 δολαρίων το βαρέλι το 1999, σε μια μέση τιμή 21 δολαρίων το 2000 και στην παραμονή του σε ένα μέσο επίπεδο 24 δολαρίων το 2001. Ανάλογες εκτιμήσεις έχουμε και από τους επικεφαλής της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, επισήμων βιομηχανικών χωρών της Ασίας και στην Ελλάδα από το υπουργείο Εθνικής Οικονομίας.

Η σημασία του πετρελαίου για τον τιμάριθμο και τη διαρροή πόρων φαίνεται από το ότι οι δαπάνες για πετρέλαιο και τα σχετιζόμενα μ' αυτό προϊόντα φτάνει στις ΗΠΑ, όπως και στην Οικονομική και Νομισματική Ενωση (ΟΝΕ) στο 10% της συνολικής ιδιωτικής δαπάνης. Η κεντρική σημασία του πετρελαίου φαίνεται και στις μακροπρόθεσμες συσχετίσεις των τιμών του πετρελαίου με τον τιμάριθμο στις αναπτυγμένες χώρες περιλαμβανομένης και της χώρας μας, καθώς και η κατά καιρούς χρόνια ύφεση των οικονομιών σαν αποτέλεσμα των υψηλών τιμών πετρελαίου. Τρανό παράδειγμα είναι η περίοδος του στασιμοπληθωρισμού της δεκαετίας 1972 - 1982, που προκλήθηκε από την αγωνιώδη προσπάθεια των πολυεθνικών του πετρελαίου να ανεβάσουν και να μονιμοποιήσουν τις τιμές του αργού σε υψηλότερα επίπεδα. Στη Χώρα μας εκείνη την εποχή είχαμε δυο κύματα προβληματικών εταιριών και μια χωρίς προηγούμενο επίθεση στο λαϊκό εισόδημα, όλα για να πληρωθεί ο λογαριασμός πετρελαίου.

Ποιος και γιατί ανεβάζει τις τιμές του πετρελαίου;

Το ερώτημα που ανακύπτει είναι γιατί οι ίδιες οι ΗΠΑ με την πολιτική τους ανέβασαν και κρατούν τις τιμές σε ψηλά επίπεδα. Η απάντηση βρίσκεται ουσιαστικά στο γεγονός ότι μια δράκα πολυεθνικών, με επικεφαλής το συγκρότημα Ροκφέλερ (EXXON, «Mobil», Texaco) ελέγχει τη διεθνή αγορά πετρελαίου και φροντίζει για τη δημιουργία συνθηκών που εξυπηρετούν τους στόχους της. Οι εκάστοτε αμερικανικές κυβερνήσεις ανέκαθεν ενεργούν ως συντονιστές των γεωπολιτικών συμφερόντων των γιγαντιαίων επιχειρηματικών συγκροτημάτων. Ανάμεσα σ' αυτά τα συγκροτήματα, συναντάμε και πάλι την οικογένεια Ροκφέλερ να ελέγχει και τις δυο από τις τρεις μεγαλύτερες τράπεζες των ΗΠΑ (Citibank και JP Morgan Chase).

Προφανής είναι η, σε ένα βαθμό, αντιπαλότητα των συμφερόντων αυτών των δυο ομίλων, καθώς ο τραπεζικός ευνοείται κυρίως από μια ομαλή και δυναμική ανάπτυξη των ΗΠΑ, ενώ αντίθετα ο πετρελαϊκός όμιλος ευνοείται από τις υψηλές τιμές πετρελαίου, που όπως επισημάναμε παραπάνω μπορούν να προκαλέσουν μια εξαντλητική αφαίμαξη και στις ίδιες τις ΗΠΑ. Λέμε σε ένα βαθμό, διότι τα κέρδη που μπορεί να αποφέρει μια άνοδος της τιμής του πετρελαίου από την αφαίρεση αξιών από όλο τον αναπτυγμένο κόσμο, είναι συνήθως πολλαπλάσια των απωλειών που μπορεί να έχουν οι επιχειρήσεις Ροκφέλερ από τις τραπεζικές δραστηριότητες στις ΗΠΑ. Τα κέρδη εξάλλου των εταιριών πετρελαιοειδών από τις αυξήσεις στις τιμές πετρελαίου είναι τεράστια. Ενδεικτικά αναφέρουμε, ότι από μια συνολική τιμή 20 δολαρίων για κάθε βαρέλι πετρελαίου, είναι ζήτημα αν τα 7 δολάρια πηγαίνουν στην πετρελαιοπαραγωγό χώρα. Επιπλέον τα κέρδη προκύπτουν με μια σχετικά απλή διαδικασία, σε σύγκριση με τη δαιδαλώδη διαδικασία και τις κοινωνικές προεκτάσεις που συνεπάγονται οι τραπεζικές εργασίες.

Οι πολυεθνικές του πετρελαίου γνωρίζοντας τον κίνδυνο πρόκλησης μιας παρατεταμένης παγκόσμιας ύφεσης, από τις υψηλές τιμές πετρελαίου, η οποία θα έπληττε και τα δικά τους συμφέροντα (μέσω της μείωσης της κατανάλωσης), συντονίζουν τις πιέσεις τους στις κυβερνήσεις για μια μείωση των φόρων που επιβάλλονται στα καύσιμα, ούτως ώστε να απορροφηθούν με ευχέρεια οι υψηλές τιμές. Σχετικές πιέσεις για μείωση αυτών των έμμεσων φόρων είχαμε και εδώ στην Ελλάδα από τον πρώην πρόεδρο του ελληνικού παραρτήματος της «Shell». Επιπλέον οι πιέσεις που ασκούνται για τη μείωση των επιτοκίων για την αντιμετώπιση της οικονομικής στασιμότητας, ακόμα και όταν υπάρχει πληθωρισμός, δεν είναι άσχετες με την προσπάθεια διεύρυνσης των δυνατοτήτων των πολυεθνικών του πετρελαίου να ανεβάσουν και να διατηρήσουν τις τιμές των καυσίμων σε υψηλά επίπεδα. Πρόσφατο παράδειγμα αποτελούν οι άκαρπες πιέσεις που ασκήθηκαν από κύκλους των ΗΠΑ στην Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, στη διάρκεια του 2001, για μια δραστικότερη μείωση των επιτοκίων για να αντιμετωπιστεί μια ύφεση που, κατά κοινή αποδοχή, την είχαν προκαλέσει οι υψηλές τιμές του αργού. Αυτές οι υψηλές τιμές όμως ήταν υπεύθυνες και για τον πληθωρισμό.

Συνοπτικά, όπως διαφαίνεται από τις διεθνείς αναστατώσεις των τελευταίων τριάντα ετών, μακροπρόθεσμος στόχος των εταιριών πετρελαίου ήταν και είναι η σταδιακή κλιμάκωση της τιμής του αργού. Ο στόχος αυτός επιτυγχάνεται είτε με την παγίωση του ελέγχου στη χώρα παραγωγής, είτε με επεμβάσεις φθοράς των ημιανεξάρτητων χωρών παραγωγής. Ετσι στη δεκαετία του '70, με τις αναστατώσεις που προκάλεσαν στη Μέση Ανατολή, μέσω υπάκουων ισραηλινών κυβερνήσεων, οι εταιρίες πετρελαιοειδών κατόρθωσαν να εκτινάξουν την τιμή του αργού, από τα 2-4 δολάρια που ήταν μέχρι τις αρχές της δεκαετίας, σε επίπεδα άνω των 10 δολαρίων. Για τη συγκράτηση των τιμών πάνω από αυτό το επίπεδο ακολούθησε μια θύελλα επεμβάσεων στη Μέση Ανατολή, που μεταξύ άλλων περιλάμβανε τη σφαγή στη Σάμπρα και Σατίλα. Προς χάριν της παγίωσης των ψηλών τιμών οι αναπτυγμένες οικονομίες καθηλώθηκαν για μια δεκαετία με το χωρίς προηγούμενο φαινόμενο του στασιμοπληθωρισμού.

Στη δεκαετία του 1970 όμως προέκυψαν και παρενέργειες, που σε ένα βαθμό ήταν αναμενόμενες, και ορισμένες που δεν είναι σαφές αν ήταν παρενέργειες... Εκτιμάται ότι η πτώση της χούντας στην Ελλάδα, συντομεύτηκε από την πληθωριστική έκρηξη της πρώτης πετρελαϊκής κρίσης του 1973, και ήταν, σε ένα βαθμό, μια απροσδόκητη παρενέργεια. Ομως κατά τη διάρκεια της δεύτερης πετρελαϊκής κρίσης, η πτώση του Σάχη, που έφερε στην εξουσία ένα θεοκρατικό καθεστώς, τελικά εξυπηρέτησε τέλεια τα μακροπρόθεσμα σχέδια των εταιριών πετρελαίου. Κι αυτό γιατί ο οκτάχρονος πόλεμος μεταξύ Ιράν και Ιράκ (1980-1988) που ακολούθησε, διατήρησε τις τιμές πετρελαίου σε ψηλά επίπεδα.



Σ' όλη αυτή την περίοδο και μέχρι τα τέλη της δεκαετίας του '80 το κύριο αντίπαλο δέος στην ολοκλήρωση των σχεδίων των πολυεθνικών του πετρελαίου ήταν η Σοβιετική Ενωση. Η κατάλυσή της επέτρεψε και τον πόλεμο Ιράκ - Κουβέιτ του 1990 που με σατανική μαεστρία προβόκαραν οι ΗΠΑ, με σκοπό την -αναγκαία για τα συμφέροντα των πολυεθνικών- ολοσχερή καταστροφή των πετρελαιοπηγών του Ιράκ από τους Αμερικανούς και τους συμμάχους τους. Η απάλειψη της Σοβιετικής Ενωσης δημιούργησε νέες δυνατότητες για τις πολυεθνικές, στον ήδη ελεγχόμενο από αυτές χώρο, όπως είναι η σημερινή ληστρική και ασύδοτη εξόρυξη πετρελαίου στην Αγγόλα και στη Νιγηρία.

Για τις πολυεθνικές όμως παρέμεναν άλυτα δυο προβλήματα, εκ των οποίων το ένα ήταν η απόκτηση κάποιας πρόσβασης στα ρώσικα πετρέλαια. Αυτό το κατόρθωσαν με μια δόλια πρακτική, η οποία αποκαλύπτει και το γεγονός ότι ελέγχουν πλήρως τον Οργανισμό Χωρών Εξαγωγέων Πετρελαίου (OPEC). Το 1997 ο OPEC στη σύνοδο της Τζακάρτας αποφάσισε να πλήξει τη Ρωσία, αυξάνοντας την παραγωγή των μελών του και μειώνοντας την τιμή σε χαμηλά επίπεδα. Ηξεραν ότι λόγω παλαιότητας οι ρωσικές πετρελαιοπηγές είχαν υψηλό κόστος λειτουργίας. Η πολιτική αυτή απέδωσε. Μέσα σε ένα δωδεκάμηνο η Ρωσία δεν ήταν πλέον σε θέση να εξυπηρετήσει το χρέος της. Θύματα, μεταξύ άλλων, ήταν και οι μεγαλύτερες γερμανικές τράπεζες, αλλά και μια μεγάλη ελληνική, που λόγω ανικανότητας να ερμηνεύσουν την απόφαση της Τζακάρτας είχαν αγοράσει ρωσικά ομόλογα. Ακολούθησε το άνοιγμα των πηλών στις πολυεθνικές για δικαιώματα εξόρυξης στην περιοχή της Κασπίας, αλλά και της Καμτσιάτκας.

Το δεύτερο και μεγαλύτερο πρόβλημα που αντιμετωπίζουν σήμερα οι πολυεθνικές του πετρελαίου είναι η ρύπανση του περιβάλλοντος σε παγκόσμιο επίπεδο από ορυκτά καύσιμα και φυσικά το πετρέλαιο που, σαν βασικό καύσιμο για την κίνηση, αποτελεί την κύρια πηγή ρύπανσης. Στα τέλη του 1997 υπογράφηκε από μέλη του ΟΗΕ, με την κραυγαλέα αποχή των ΗΠΑ, το πρωτόκολλο του Κιότο. Οι χώρες που υπογράφουν το πρωτόκολλο του Κιότο, δεσμεύονται μέχρι το 2008-2012 να μεριμνήσουν για τον περιορισμό της εκπομπής ρύπων σε επίπεδα που να είναι μειωμένα κατά 5% από τα επίπεδα που καταγράφηκαν το 1990. Για τις εταιρίες πετρελαιοειδών η υλοποίηση αυτής της απόφασης έχει εκτιμηθεί ότι θα μειώσει τα μέσα έσοδά τους κατά 25%. Αντιμέτωπες με μια τέτοια απειλή οι πολυεθνικές των ΗΠΑ συνασπίστηκαν για την ανάδειξη μιας κυβέρνησης που θα ελέγχεται από στελέχη και μεγαλοπαράγοντες του δικού τους χώρου, του πετρελαίου.

Το καρτέλ πέτυχε και ανεπιφυλακτη πολιτική στήριξη με τις επεισοδιακές εκλογές του 2000, όπου αναδείχτηκε πρόεδρος ο Τζορτζ Μπους, που επέλεξε ως αντιπρόεδρο τον Ντικ Τσένι και σύμβουλο επί της εθνικής ασφάλειας την Κοντολίζα Ράις - όλοι τους στενά συνδεμένοι με το καρτέλ των πετρελαίων. Πρώτο μέλημα της νέας κυβέρνησης ήταν η χάραξη μιας νέας ενεργειακής πολιτικής. Το έκαναν, ύστερα όμως από μια διαβλητή διαβούλευση (εκκρεμεί σχετική δικαστική δίωξη) στελεχών της κυβέρνησης Μπους με παράγοντες των πολυεθνικών του πετρελαίου. Βασικό στοιχείο της νέας πολιτικής είναι ότι οι ΗΠΑ σε καμία περίπτωση δε θα εφαρμόσουν τα συμφωνηθέντα στο Κιότο, παρά το γεγονός ότι σε κατά κεφαλή αναλογία η χώρα τους κατέχει την πρώτη θέση στις εκπομπές ρύπων της ατμόσφαιρας.

Το θέμα όμως του περιβάλλοντος δε «θάβεται» τόσο εύκολα. Ηδη οι ρεπουμπλικάνοι δυσκολεύονται να περάσουν νομοσχέδια που αφορούν στην εξόρυξη πετρελαίου στις ΗΠΑ. Ταυτόχρονα, παρά τη δημοτικότητα που του έφερε το χτύπημα της 11ης Σεπτέμβρη, η επανεκλογή Μπους δεν μπορεί ποτέ να είναι σίγουρη. Γι' αυτό και η κυβέρνηση Μπους προσπαθεί να πετύχει το ταχύτερο δυνατόν τον κύριο στόχο που της έχει ανατεθεί, τη σταθεροποίηση των τιμών του αργού σε επίπεδα άνω των 25 δολαρίων.

Είναι χαρακτηριστικό ότι:

Τον περασμένο Δεκέμβρη μια ολόκληρη αμερικανική στρατιά (US 3rd Army) μετέφερε την έδρα της από το Τέξας στο Κουβέιτ, πράγμα που δεν είχε γίνει στην επίθεση κατά του Ιράκ το 1990-1991.

Οταν απέτυχε η προσπάθεια εξεύρεσης έστω και ενός συμμάχου στον ισλαμικό κόσμο για μια νέα επίθεση στο Ιράκ για την επανάληψη της ολοσχερούς καταστροφής των πετρελαιοπηγών του, αμέσως στράφηκαν προς τον προβοκατόρικο μηχανισμό του Αριέλ Σαρόν. Ενα πρόθυμο συνεργάτη των ΗΠΑ, που αδιαφορώντας για τα πραγματικά συμφέροντα του ισραηλινού λαού, ουσιαστικά προβοκάρει ολόκληρο τον αραβικό κόσμο, ούτως ώστε να δώσει κάποιο πρόσχημα στις ΗΠΑ για να καταστρέψουν κατά προτίμηση το Ιράκ, ή κάποια άλλη πετρελαιοπαραγωγό χώρα της περιοχής.

Οι ευχές και οι ήπιες νουθεσίες του Μπους για τερματισμό της κατοχής των παλαιστινιακών εδαφών από τα ισραηλινά στρατεύματα και η προσωπική επέμβαση του Πάουελ, μέσω ενός δρομολογίου (καμήλας!;) που άρχισε από το μακρινό Μαρόκο και κατέληξε στο πουθενά, πιστοποιούν την πρόθεση διατήρησης και ενίσχυσης της έντασης. Μην ξεχνάμε ότι και ένας απλός τερματισμός των επιθέσεων από τον Αριέλ Σαρόν ενδέχεται να χρησιμοποιηθεί ως πρόσχημα από εξαρτημένα καθεστώτα, όπως αυτό της Σαουδικής Αραβίας, για να αλλάξουν στάση ως προς το θέμα της επίθεσης στο Ιράκ.

Στην υπόθεση Ιράκ υπάρχει και ένα σοβαρό στοιχείο αντιπαράθεσης συμφερόντων μεταξύ των ΗΠΑ και εταιριών πετρελαίου της Γαλλίας, της Ρωσίας, της Κίνας, της Ιαπωνίας και των Ινδιών, οι οποίες έχουν συνάψει συμφωνίες με το Ιράκ για την ανάπτυξη πετρελαιοπηγών. Μια πτώση του καθεστώτος Σαντάμ Χουσεϊν θα σήμαινε και ακύρωση αυτών των συμφωνιών και την ανάδειξη των αμερικανικών πολυεθνικών σε κυρίαρχους

Υπό αυτές τις συνθήκες οι αποσταθεροποιητικές ενέργειες των ΗΠΑ κατά το επόμενο διάστημα θα εξακολουθήσουν να επιφέρουν τουλάχιστον αναστατώσεις στην αγορά πετρελαίου, με αρνητικές επιπτώσεις στην παγκόσμια οικονομία. Μια σειρά λόγοι όμως ενδέχεται να αποτελέσουν εμπόδια στην επίτευξη του στόχου της μόνιμης διατήρησης της τιμής πετρελαίου πάνω από τα 25 δολάρια. Το τελευταίο διάστημα δημιουργούνται οι συνθήκες για την πτώση του σε επίπεδα κάτω των 20 δολαρίων.

Ο ανερχόμενος κύριος ανασχετικός παράγοντας είναι τα ρώσικα πετρέλαια, που αναπτύσσονται με ταχύτατους ρυθμούς τα τελευταία δυο χρόνια, με τεχνολογία αιχμής που παρέχουν αμερικανικές εταιρίες. Στους τελευταίους εννιά μήνες οι ρωσικές εταιρίες αρνούνται επίμονα να συμμορφωθούν με τις δεσμεύσεις της κυβέρνησής τους για περιορισμό της παραγωγής πετρελαίου, προκειμένου να διατηρηθούν οι τιμές σε υψηλά επίπεδα. Στο επόμενο διάστημα δεν αποκλείεται να δούμε προσπάθειες εξαγορών από το αμερικανικό καρτέλ. Ακόμη όμως κι αν γίνουν τέτοιες εξαγορές, υπό τις συνθήκες υπό τις οποίες λειτουργεί σήμερα η Ρωσία, δεν είναι σίγουρο ότι θα αποδώσουν το επιθυμητό αποτέλεσμα του ελέγχου του τεράστιου πετρελαϊκού δυναμικού της χώρας.

Ο ρωσικός προϋπολογισμός του τρέχοντος έτους έχει καταρτιστεί με την υπόθεση ότι η τιμή του πετρελαίου στη διάρκεια του έτους θα κυμανθεί σε μέσα επίπεδα 18-22 δολάρια το βαρέλι. Επίσης οι τρέχουσες εκτιμήσεις είναι ότι με την αναβάθμιση των εγκαταστάσεών τους οι ρωσικές εταιρίες κερδίζουν ακόμα και όταν πωλούν το πετρέλαιο με 11 δολάρια το βαρέλι. Καίριας σημασίας ανασχετικός παράγοντας για τα σχέδια του καρτέλ είναι και ένα ενδεχόμενο μπούμερανγκ στην κυβέρνηση Μπους από την 11η Σεπτέμβρη, σε περίπτωση που φουντώσει η κατακραυγή για ενδεχόμενη ακούσια ή και εκούσια συνδρομή στο έργο των τρομοκρατών, εκ μέρους της κυβέρνησης. Το καρτέλ πετρελαίου έχει αυτά τα στοιχεία υπόψη του και έστω και αν δεν πετύχουν το στρατηγικό στόχο της διατήρησης των τιμών πάνω από τα 25 δολάρια, τουλάχιστον θα διατηρήσουν τα κέρδη τους στα ανώτατα επίπεδα που τους επιτρέπουν οι τιμές των 20 με 25 δολαρίων. Στο μεταξύ θα έχουν σκοτωθεί μερικές χιλιάδες Παλαιστίνιοι, Ιρακινοί και άλλοι δήθεν τρομοκράτες.



Του Νίκου ΒΛΑΣΣΟΠΟΥΛΟΥ

**Ο Ν. Βλασσόπουλος,είναι οικονομολόγος και πιστοποιημένος αναλυτής Χρηματιστηρίου



posted by nikos
5:59 PM
0 comments links to this post

Wednesday 2 March 2011

Η Γερμανική Παγίδα της Αναβλητικότητας και της Καθυστέρησης


Το 1949 οι ΗΠΑ αποφάσισαν τελικά να δώσουν τέλος στο καθεστώς της «ανοχύρωτης πόλης» που είχαν επιβάλει στη Γερμανία μετά την πτώση του Ναζιστικού καθεστώτος. Τότε όρισαν και το τριπολικό (ΗΠΑ-Γερμανία-Ιαπωνία) σύστημα οικονομικής ανάπτυξης του αντισοσιαλιστικού μετώπου. Αυτό το τριπολικό σύστημα ποτέ δεν επεκτάθηκε πέραν του οικονομικού τομέα, με τις ΗΠΑ να διατηρούν ένα όχι και τόσο διακριτικό καθεστώς κατοχής στη Γερμανία και στην Ιαπωνία καθώς και να κρατούν για τον εαυτό τους το προνόμιο του καθορισμού της εξωτερικής πολιτικής του αντισοσιαλιστικού μετώπου.
Η σημερινή Ευρωπαϊκή Ένωση είναι απλά η ελεγχόμενη μετεξέλιξη της αρχικής Ένωσης Άνθρακα και Χάλυβα που απαίτησαν οι Αμερικανοί να δημιουργηθεί για τη διαχείριση των πόρων του Σχεδίου Μάρσαλ στη βιομηχανική Ευρώπη της δεκαετίας του ’50.
Από τότε, παρά τις χειμαρρώδεις εξελίξεις των τελευταίων τριάντα ετών στα πλαίσια της Ευρώπης και της ανατροπής των διεθνών ισορροπιών με τη διάλυση του σοσιαλιστικού συνασπισμού, η ευνουχισμένη οντότητα της Γερμανίας έχει παραμείνει αναλλοίωτη. Όλοι μας ξέρουμε ότι η Γερμανία σε καμιά περίπτωση δεν καθορίζει την εξωτερική της πολιτική σε κανένα τομέα. Απλώς έχει τη ευχέρεια να κινείται με εμπορικούς  και οικονομικούς όρους μέσα στα πλαίσια και με τους κανόνες που ορίζει η Ουάσιγκτον (βλέπε π.χ. την Παγκοσμιοποίηση) και εκεί σταματά και ο σχεδιασμός της. Αυτό έγινε ολοφάνερο κατά την τρέχουσα εν εξελίξει οικονομική κρίση που επαπειλεί να τινάξει στον αέρα ολόκληρο το οικοδόμημα του Ευρώ και του οικονομικού συνασπισμού που λέγεται Ευρωπαϊκή Ένωση καθώς ο φυσιολογικός οικονομικός ταγός της, η Γερμανία, ομφαλοσκοπεί με το πρόσχημα κάποιων εσωτερικών πολιτικών ανατροπών που ενδέχεται να φέρουν στη εξουσία το άλλο αστικό κόμμα που σήμερα είναι αξιωματική αντιπολίτευση. Το γεγονός αυτό δεν πρέπει να μας εκπλήσσει όταν έχουμε υπόψη μας ότι η Γερμανία είναι πάντα κάτω από το καθεστώς της όχι και τόσο διακριτικής κατοχής από τους Αμερικανούς, και ως εκ τούτου, δηλαδή ως ευνουχισμένο κράτος, δεν μπορεί να έχει μακροπρόθεσμους πολιτικούς σχεδιασμούς και στόχους. Έτσι σήμερα δεν μπορεί να ενδιαφερθεί για μια βιώσιμη και αποτελεσματική αντιμετώπιση των προβλημάτων της Ελλάδας, της Ιρλανδίας και της Πορτογαλίας. Αυτό που την ενδιαφέρει είναι ουσιαστικά όχι μόνο να μην υποστούν οι τράπεζές της μια ζημιά από μια ενδεχόμενη κήρυξη πτώχευσης, αλλά ει δυνατόν να επωφεληθούν και από τα προβλήματα που αντιμετωπίζουν αυτές οι χώρες με μια άνευ προηγουμένου ανοιχτή συνεργασία με τράπεζες όπως η Deutsche Bank της οποίας ο ίδιος ο πρόεδρος, αν θυμάστε πέρσι, ήρθε στη Ελλάδα για να μας βοηθήσει, λέει, για να αντιμετωπίσουμε την κρίση του χρέους και αντί να μας βοηθήσει, αυτός ο άθλιος επιχειρηματίας, είπε ότι δεν θα αγόραζε ποτέ ελληνικά ομόλογα, με αποτέλεσμα να ενισχυθεί η τότε καταβύθιση των ελληνικών ομολόγων. Κρίνοντας από την αθλιότητα αυτού του ανθρώπου είναι σίγουρο ότι σε συνεννόηση με τα στελέχη της τράπεζάς του θα αποκόμισαν εκατομμύρια κερδών σορτάροντας τα ελληνικά ομόλογα. Με αυτές τις κουτοπονηριές τι είδους ταγός μπορεί ποτέ να είναι η σημερινή κολοβή Γερμανία;
Εδώ θα πρέπει να επισημάνουμε και το πρόσκαιρο της σημερινής ευεξίας της γερμανικής οικονομίας δεδομένου ότι τροφοδοτείται μόνο από την ζήτηση κεφαλαιουχικών αγαθών (όπως μηχανήματα εργοστασίων) από την Κίνα κυρίως και πολυτελών αυτοκινήτων πάλι από την Κίνα, αλλά και τις άλλες αναπτυσσόμενες οικονομίες. Το πρόσκαιρο στοιχείο προέρχεται από το γεγονός ότι επίκειται ένας κορεσμός στη ζήτηση κεφαλαιουχικών αγαθών ενώ είναι θέμα χρόνου ή ποιοτική βελτίωση των κινέζικων αυτοκινήτων για τον οριστικό εκτοπισμό των γερμανικών από τις διεθνείς αγορές.  
Αυτή η αντίφαση, του ηγετικού ρόλου που καλείται η Γερμανία να παίξει σήμερα ενώ είναι ένα κράτος κολοβό που ουσιαστικά του απαγορεύεται να έχει όραμα και σχέδια, εκδηλώνεται και με τραγελαφικές καταστάσεις. Έτσι, αυτές τις μέρες έχουμε τον υπουργό Οικονομικών της Γερμανίας κ. Σόιμπλε, που παρά τις πιέσεις των Τρισέ, Γιούνκερ και Μπαρόζο αρνείται να υιοθετήσει ένα οποιοδήποτε μέτρο που θα αποτρέψει τη χρεοκοπία αυτών των τριών χωρών. Ταυτόχρονα όμως σα να μιλάει ένας άλλος εαυτός του δηλώνει ότι η έξοδος μιας χώρας από το ευρώ, έστω και προσωρινά για να μπορέσει να αντιμετωπίσει την κρίση με δικά της μέσα, «θα ήταν η αρχή του τέλους για το κοινό νόμισμα με καταστροφικές συνέπειες για τη γερμανική οικονομία». Τα λέει αυτά ξέροντας αυτό που όλοι μας ξέρουμε σήμερα, ότι χωρίς κάποια ευνοϊκά μέτρα η Ελλάδα, αλλά σίγουρα και η Ιρλανδία πάνε πλησίστιες για χρεοκοπία. Και προσέξτε τα μέτρα αυτά δεν είναι ανάγκη να είναι καθόλου χαριστικά, αλλά πρέπει να είναι  σε ευθεία αναλογία με τα μέτρα που θα είχαμε πάρει σαν αυτόνομο κράτος με νόμισμα την παλιά μας δραχμή, αν δεν είχαμε την ατυχία να υιοθετήσουμε το ευρώ.
Πριν καλά-καλά ξεστομίσει αυτές τις ενδόμυχες σκέψεις ο κ. Σόιμπλε, ήρθε μια αναπόφευκτη κρούση από τον Ομπάμα προς την κα. Μέρκελ με την οποία της ζητάει να λάβει τα κατάλληλα μέτρα γιατί ένας κλονισμός του Ευρώ και της γερμανικής οικονομίας θα επιδεινώσει την κατάσταση κρίσης από την οποία ακόμη προσπαθούν να βγουν οι ΗΠΑ. Βλέπεις οι Αμερικανοί ως πλανητάρχες και κυρίαρχο κράτος έχουν σχέδιο και πολιτική.
Τώρα, κρίνοντας από το περσινό προηγούμενο όπου οι Αμερικάνοι είχαν πιέσει τότε για τη δημιουργία του Ευρωπαϊκού Ταμείου Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας (EFSF) και η Γερμανία αναγκάστηκε να συναινέσει στη δημιουργία του, είναι σίγουρο ότι στη διάρκεια της συνόδου κορυφής της 24-25 Μαρτίου η Γερμανία και πάλι θα συναινέσει για την ενίσχυση του EFSF. Όμως θα μπει και πάλι σε λειτουργία η κουτοπονηριά των Γερμανών για να βραχυκυκλώσουν το σύστημα και να μας «διευκολύνουν», χαντακώνοντας μας με επαχθείς όρους, όπως ακριβώς το έκαναν και πέρσι. Η περσινή «διευκόλυνση», με τα ψηλά επιτόκια και τους επαχθείς όρους μας έφερε φέτος να αντιμετωπίζουμε μια χειρότερη κατάσταση από πέρσι. Είναι σίγουρο ότι κάτι ανάλογο θα πράξουν και φέτος.
Η άθλια πολιτική που μας επέβαλε η κουτσή Γερμανία είχε και τις καταστροφικές επιπτώσεις στον Τραπεζικό τομέα. Πέρσι τέτοιον καιρό οι Τράπεζές μας ήταν βιώσιμες, φέτος δεν είναι. Έχουν απολέσει ένα μεγάλο μέρος της αξίας του χαρτοφυλακίου των ομολόγων τους, οι πελάτες τους δεν είναι σε θέση να εξυπηρετήσουν τα δάνειά τους, η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα δεν τους χορηγεί δάνεια έναντι του χαρτοφυλακίου τους, ενώ ζητά και την έγκαιρη εξόφληση των όσων τους έχει δανείσει. Ταυτόχρονα έχουν πρακτικά αποκλειστεί από τις διεθνείς χρηματαγορές. Η κατάρρευση του Τραπεζικού τομέα σημαίνει  άλλο ένα φέσι στο Δημόσιο, που θα αναγκαστεί να παρέμβει.
Το απλό καθήκον μιας οποιασδήποτε κυβέρνησης είναι να τα στυλώσει και να μη δεχτεί καμιά ύπουλη μεσοβέζικη λύση που θα μας χαντακώσει όπως η περσινή με τα ψηλά επιτόκια και τις απαράδεκτες ρήτρες. Η σταθερή στάση πρέπει να είναι: Ή προσφέρετε μια λογική λύση ανάλογη με αυτή που θα εφαρμόζαμε μόνοι μας αν δεν είχαμε μπει στο Ευρώ , ή βγαίνουμε από το Ευρώ με ότι αυτό συνεπάγεται για μας και για σας. Τα μέτρα αυτά, μεταξύ άλλων, θα πρέπει να περιλαμβάνουν άτοκη χρηματοδότηση από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα για την επεναγορά του μέγιστου μέρους του δημόσιου χρέους και μείωση του επιτοκίου του δανείου των 110 δις. Ευρώ της Ε.Ε. και του Δ.Ν.Τ.